Ευρυαγγείες Προσώπου



Τι  είναι  η  ευρυαγγεία;

Η ευρυαγγεία είναι μία δερματική διαταραχή η οποία παρουσιάζεται κυρίως σε άνδρες και γυναίκες ηλικίας 25 μέχρι 55 ετών, προκαλώντας ερεθισμό και διόγκωση στα αιμοφόρα αγγεία του προσώπου.

Εμφανίζεται σαν ερυθρότητα στα μάγουλα, στη μύτη, μερικές φορές στο μέτωπο και στο πηγούνι. Κατά το αρχικό στάδιο της εμφάνισης της ευρυαγγείας, μπορεί περιστασιακά να παρουσιαστούν έντονες κοκκινίλες, αλλά καθώς ο καιρός περνάει το δέρμα του προσώπου αποκτά ένα μόνιμο ερυθρό χρώμα και συχνά εμφανίζονται στίγματα και άλλα. Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις, η μύτη μπορεί να πριστεί και να εμφανίσει φουσκάλες.



Γιατί εμφανίζονται ευρυαγγείες στο πρόσωπό μου;

Δεν γνωρίζουμε τι προκαλεί την ευρυαγγεία, αλλά έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζεται πιο συχνά στα άτομα που έχουν ανοιχτόχρωμο ευαίσθητο δέρμα και έχουν εκτεθεί σε ακτινοβολία UVA/UVB για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Μπορεί όμως να παρουσιάζεται επίσης σε άτομα με βεβαρημένη κληρονομικότητα σε τέτοιου είδους δερματοπάθειες.



Πώς θα θεραπεύσω την ευρυαγγεία ;

Πριν αρχίσετε κάποια θεραπεία, χρειάζεται ο ίδιος ο γιατρός σας να βεβαιώσει ότι πρόκειται για ευρυαγγεία καθώς υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις που μπορούν να προκαλέσουν παρόμοια ερυθρότητα του δέρματος. Η κατάλληλη πορεία θεραπείας θα κριθεί από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η ευρυαγγεία και το βαθμό σοβαρότητάς της. Για τη θεραπεία της ευρυαγγείας χρησιμοποιούνται lasers τα οποία σήμερα είναι και πρώτη επιλογή.



Φθαρμένα αγγεία (telangiectasia)

Το πρόβλημα αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί με επέμβαση με ακτίνες Laser.To Laser συνδυάζει το μήκος κύματος του φωτός που προέρχεται από αυτό με το χρώμα των φθαρμένων αγγείων, έτσι ώστε η ενέργεια της ακτίνας θρομβώνει (κλείνει) τα αγγεία. Αυτό πραγματοποιείται μέσα σε ένα εκατομμυριοστό του δευτερολέπτου, που σημαίνει ότι δεν μένει έτσι χρόνος στην ακτίνα για να επηρεάσει τον ιστό που βρίσκεται γύρω από τα αγγεία και να προκληθούν σημάδια. Μια άλλη μέθοδος, η ραδιοσυχνότητα (RF), χρησιμοποιεί ηλεκτρικό ρεύμα για να καταστρέψει και να αφαιρέσει τα αγγεία αυτά.



Αύξηση της μύτης (rhinophyma)

Χρησιμοποιείται το laser και η ραδιοσυχνότητα.

Αύξηση της μύτης, πριν και μετά τη φαρμακευτική αγωγή.



Ευρυαγγείες προσώπου

Οι ευρυαγγείες του προσώπου, ή αλλιώς «διαρρηγμένα» ή «ερυθρά» αγγεία, είναι λεπτά ορατά αγγεία κοντά στην επιφάνεια του δέρματος. Τείνουν να γίνονται μεγαλύτερες και εντονότερες με το πέρασμα του χρόνου, ενώ εμφανίζονται σε συμπλέγματα. Η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία του ήλιου, στον αέρα ή τις ακραίες θερμοκρασίες, η χρήση στεροειδών κρεμών, οι ορμονικές μεταβολές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και οι ακτινοθεραπείες έχουν αναγνωριστεί ως αιτίες δημιουργίας ευρυαγγειών. Οι ευρυαγγείες στο πρόσωπο μπορεί επίσης να σχετίζονται με τη ροδόχρου ακμή.

Η ασθενής υποβλήθηκε σε 4 θεραπευτικές συνεδρίες, προκειμένου να επιτευχθεί ολική αφαίρεση των ευρυαγγειών από το πρόσωπο.



Αραχνοειδή αγγεία

Ένα αραχνοειδές αγγειακό σύμπλεγμα αποτελείται από μια μικροσκοπική τροφοδοτική αρτηρία και τα μικρά αγγεία που εκτέινονται γύρω της. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μία ή δύο από αυτές τις δερματικές αλλοιώσεις που εντοπίζονται κυρίως στο πρόσωπο, το λαιμό, τα μπράτσα και το επάνω μέρος του στήθους. Η ίδια η κάκωση έχει τη μορφή μικρής, κόκκινης, κεντρικής κηλίδας που περιβάλλεται από ένα αραχνοειδές δίκτυο μικροσκοπικών φλεβιδίων.



Θεραπεία Laser KTP/Nd

Φωτοθερμόλυση

Η θεραπεία με διάφορα laser, συγκεκριμένα με το laser KTP/Nd, δρα αποτελεσματικά ενάντια σε αυτές τις δερματικές αλλοιώσεις, κατευθύνοντας το φως του laser στο περίγραμμα της αλλοίωσης, καταστρέφοντας τα αγγεία μέσω της θερμότητας. Μέσα από μια τεχνική διαδικασία που ονομάζεται φωτοθερμόλυση, το laser αλληλεπιδρά μόνο με την ανεπιθύμητη ευρυαγγεία – παρακάμπτοντας εντελώς το φυσιολογικό δέρμα που δεν περιέχει αγγεία. Καθώς ο παλμός ενός τέτοιου laser είναι πολύ βραχύς, δεν δημιουργείται συσσώρευση θερμότητας στο δέρμα, ελαχιστοποιώντας έτσι την περίπτωση φθοράς της δερματικής δομής και κατά συνέπεια της δημιουργίας ουλών. Ορισμένοι τύποι θεραπειών με laser μπορεί να προκαλέσουν προσωρινό μωλωπισμό και εξοίδημα, αλλά συνήθως δεν επηρεάζεται καθόλου η φυσιολογική καθημερινή ζωή του ασθενή.